Για τους Ομίλους Μελέτης της Επαναστατικής Θεωρίας

[Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Διάπλους 31, 2009, σελ. 95-96]
Εδώ και μερικά χρόνια λειτουργούν οι Όμιλοι Μελέτης για την Επαναστατική Θεωρία στα Χανιά και στη Θεσσαλονίκη, ενώ το τελευταίο διάστημα έχουμε διεργασίες για δημιουργία ομίλων και σε άλλες πόλεις. Πρόκειται για συλλογικότητες που χαρακτηρίζονται από τη συνειδητοποίηση της θεωρητικής ανεπάρκειας της σύγχρονης αριστεράς και από την αναγκαιότητα για μελέτη αλλά και ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας. Δεν πρόκειται για πολιτικές ομάδες, αλλά για μορφώματα που λειτουργούν με βάση την ανεξιγνωμία, το σεβασμό στη διαφορετική άποψη και το θεωρητικό διάλογο Τα μέλη τους συμμετέχουν στις πρακτικές, κινηματικές διεργασίες (είτε μέσα από τους σύγχρονους πολιτικούς σχηματισμούς και κόμματα είτε ως ανένταχτοι), ωστόσο συνειδητοποιούν ότι ο στρατηγικός μας στόχος, η αντικαπιταλιστική επανάσταση και η οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας, δε μπορεί να γίνει πραγματικότητα χωρίς τη θεωρητική επεξεργασία μιας σειράς σύγχρονων ζητημάτων (χαρακτήρας της σύγχρονης κεφαλαιοκρατίας, θεωρητική επεξεργασία των χαρακτηριστικών των κοινωνιών του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ουσιώδη χαρακτηριστικά του στρατηγικού μας στόχου, της κομμουνιστικής κοινωνίας κ.α.). Τα προηγούμενα προϋποθέτουν την μελέτη, γνώση και κριτική επεξεργασία (υπέρβαση) όλου του θεωρητικού κεκτημένου των επαναστατικών ρευμάτων του παρελθόντος, και κυρίως του κλασικού μαρξισμού, χωρίς να εγκλωβιζόμαστε στο άγονο δίπολο δογματισμού-αναθεωρητισμού.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια η δραστηριότητα των ομίλων περιλαμβάνει την μελέτη, παρουσίαση και ανάλυση έργων της κλασικής μαρξιστικής κληρονομιάς (Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν), την συγγραφή κειμένων με βάση το πρόγραμμα που έχουμε συγκροτήσει, την επεξεργασία ζητημάτων που ανακύπτουν από την επικαιρότητα και την κινηματική συγκυρία, ανοικτές εκδηλώσεις (ανάμεσα σε αυτές και δύο διημερίδες που διοργανώθηκαν στην Αθήνα, η τελευταία τον περασμένο Απρίλιο), λειτουργία site (www.omilos.tuc.gr), κριτική προσέγγιση σύγχρονων ρευμάτων κ.ά. Επιπλέον ένα σημαντικό μέρος της δραστηριότητας των ομίλων αφιερώνεται στη μελέτη σημαντικών θεωρητικών ρευμάτων που αναπτύχθηκαν στην πρώην ΕΣΣΔ και που σε σημαντικό βαθμό έχουν μείνει στην αφάνεια. Αναφερόμαστε σε έρευνες που αφορούν την μελέτη του ανθρώπινου ψυχισμού, τον φιλοσοφικό-μεθοδολογικό αναστοχασμό των επιστημών, την ανάδειξη του κεκτημένου, αλλά και των περιορισμών της σκέψης του Μαρξ, την παγκόσμια ιστορία, την αντίληψη περί κομμουνισμού. Κορυφαίες προσωπικότητες σ’ αυτούς του τομείς είναι ο Λ. Σ. Βιγκότσκι, ο Ε. Β. Ιλιένκοφ, ο Β. Α. Βαζιούλιν κ.ά.
Η αναγκαιότητα της ανάπτυξης της επαναστατικής θεωρίας γίνεται ακόμη πιο επιτακτική στο φόντο της σύγχρονης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, που συγκλονίζει τον καπιταλισμό το τελευταίο διάστημα. Ήδη βιώνουμε τόσο τις συνέπειες της ακραίας, επιθετικής πολιτικής του κεφαλαίου παγκόσμια, που επιχειρεί να μεταθέσει το βάρος της κρίσης στις πλάτες της παγκόσμιας εργατικής τάξης, όσο και την άνοδο των κινημάτων, με τον ελληνικό Δεκέμβρη και με τις πτώσεις κυβερνήσεων σε διάφορες χώρες. Από την άλλη βιώνουμε και τις πολύ μεγάλες ανεπάρκειες και αντιφάσεις της σύγχρονης αριστεράς σε παγκόσμιο επίπεδο (που, σε μεγάλο βαθμό, σχετίζονται και με τη θεωρητική ανεπάρκεια στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως). Έτσι οι σύγχρονες πολιτικές οργανώσεις, αντικαπιταλιστικής, κομμουνιστικής αναφοράς προς το παρόν φαίνεται να παρακολουθούν αμήχανα την εν εξελίξει παγκόσμια κρίση, χωρίς να μπορούν να διατυπώσουν μια συνολική εναλλακτική προοπτική που να έχει απήχηση σε μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Η σύγχρονη αριστερά (σχεδόν στο σύνολό της) παραμένει προσκολλημένη σε στρατηγικές που χαρακτήρισαν τα επαναστατικά κινήματα του 20ού αιώνα και που (είτε μας αρέσει είτε όχι) ηττήθηκαν με την επικράτηση της αντεπανάστασης. Οι συγκεκριμένες στρατηγικές, αν και σίγουρα εμπεριέχουν γόνιμα στοιχεία και χρήσιμα συμπεράσματα για τα μελλοντικά επαναστατικά κινήματα, δε μπορεί παρά να κρίνονται ανεπαρκείς με βάση τις σύγχρονες αλλαγές τόσο σε χαρακτηριστικά του καπιταλισμού (διεθνική οργάνωση της παραγωγής, εμφάνιση της αυτοματοποίησης κ.α.) όσο και σε χαρακτηριστικά του ίδιου του υποκειμένου των μελλοντικών επαναστάσεων (εργαζόμενοι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που ασχολούνται με πιο δημιουργικές εργασίες σε σχέση με τον παραδοσιακό τύπο χειρώνακτα προλετάριου της κλασικής βιομηχανικής παραγωγής).
Τα συγκεκριμένα προβλήματα και ανεπάρκειες είναι αδύνατο να τα υπερβούμε χωρίς συστηματική γνώση, μελέτη και ανάπτυξη του θεωρητικού κεκτημένου των προηγούμενων επαναστατικών εγχειρημάτων. Γι’ αυτό και η δημιουργία συλλογικοτήτων, όπως οι όμιλοι μελέτης για την επαναστατική θεωρία, που θα ασχολούνται με αυτά τα ζητήματα είναι αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχία μελλοντικών επαναστατικών εγχειρημάτων (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έτσι υποκαθίσταται η αναγκαιότητα πολιτικού αγώνα και επομένως και πολιτικών οργανώσεων).